Η ανάρτησή μας «Ουδέν κρυπτόν υπό τον ήλιον…», είχε σημαντική ανταπόκριση από τους αναγνώστες του ecoSerifos και προκάλεσε και την ανάλογη συζήτηση εντός και εκτός διαδικτύου.
Έτσι, επανερχόμαστε για να συμπληρώσουμε δύο ιστορικά στοιχεία, για να διευκρινιστούν κάποια σημεία τα οποία ανακύπτουν στη συζήτηση για την ιδιοκτησία των μεταλλείων.
Υπάρχουν φωνές που υποστηρίζουν πως η περιουσία των Γρώμαν έπρεπε να είχε κατασχεθεί και να αποδοθεί στο ελληνικό δημόσιο.
Πράγματι, αυτό συνέβηκε. Σύμφωνα με το Ν.Δ. 1138/11-10-1949 (ΦΕΚ 257/13-10-1949) «Περί εχθρικών περιουσιών» η περιουσία του Γεωργίου Γρώμαν και της οικογένειας του κατασχέθηκε, καθώς ο ίδιος, παρόλο που είχε (και) την ελληνική ιθαγένεια, υπηρέτησε κατά τη διάρκεια του πολέμου στον γερμανικό στρατό όπως και οι γιοί του, που ήταν Γερμανοί υπήκοοι. Εξαίρεση αποτέλεσε ο μικρότερος γιος του Ροδόλφος (Rudolf – Ρούντολφ), που ήταν Έλληνας υπήκοος και αφού κατατάχτηκε στον ελληνικό στρατό, πολέμησε στο αλβανικό μέτωπο.
Μιλάμε όμως για την προσωπική περιουσία του Γρώμαν και της οικογενείας του. Διότι οι ιδιοκτησίες της εταιρείας δεν ανήκαν στους Γρώμαν αφού πολύ πριν, το 1938, οι Γρώμαν – πατέρας και γιος – πούλησαν όλη την περιουσία τους στη Σέριφο και η «Σπηλιαζέζα» την αγόρασε δια του αντιπροσώπου της στην Ελλάδα Σπήλιου Αγαπητού. Ο Αιμίλιος Γρώμαν μεταβίβασε 8 ακίνητα (με αντίτιμο 39.372 δραχμές), ενώ ο Γεώργιος με ένα συμβόλαιο 123 σελίδων, παρέδωσε 291 ακίνητα με αντίτιμο 1.686.000 δραχμές, τα οποία είτε είχε κληρονομήσει από τον πατέρα του, είτε είχε αγοράσει ο ίδιος, απευθείας από τους αρχικούς ιδιοκτήτες ή από τον Γ. Δεκαβάλλα.
Αν δεν είχε γίνει αυτή η πώληση προς το νομικό πρόσωπο της «Α.Ε. Μεταλλείων Σερίφου και Σπηλιαζέζης» προπολεμικά, η τεράστια αυτή ιδιοκτησία θα είχε κατασχεθεί δέκα χρόνια αργότερα, το 1949 ως «εχθρική» και θα είχε περιέλθει στην κυριότητα του ελληνικού δημοσίου, όπως συνέβη με την προσωπική περιουσία του Γεωργίου Γρώμαν και της οικογένειας του. Με την κίνηση αυτή, καθώς και μια ανάλογη σχετικά με τα μεταλλευτικά δικαιώματα του Γ. Γρώμαν, η «Σπηλιαζέζα», έχοντας ήδη από το 1914 και το 1924 εξαγοράσει τα αντίστοιχα δικαιώματα του Γ. Δεκαβάλλα και της Α.Μ.Ε. «Η Σέριφος», έμεινε ο αποκλειστικός κάτοχος όλων των σχετικών με τα μεταλλεία του νησιού περιουσιακών στοιχείων.
Ένα άλλο σημείο αφορά την πώληση ιδιοκτησιών στις εταιρείες. Διαβάζοντας με λεπτομέρεια την έρευνα του κου Γαζή, αλλά μελετώντας και την πλήρη βιβλιογραφία την οποία παραθέτει, διαφαίνεται -όσο και αν φανεί περίεργο– πως σε πολλές περιπτώσεις οι Σερίφιοι πίεζαν να πουλήσουν ιδιοκτησίες, σίγουρα προς την «Ελληνική Μεταλλευτική Εταιρεία» (ΕΜΕ) αρχικά, και μάλλον και στον Γρώμαν μερικές φορές στη συνέχεια.
Αναφέρθηκε το παράδειγμα της κερδοσκοπίας του σιδηρουργού Κόντε, του οποίου ο Αιμίλιος Γρώμαν αγόρασε ένα ακίνητο 12 στρεμμάτων στη θέση Μαύρα Βολάδια. Ο πωλητής είχε συνενώσει σε αυτό τα 5 ακίνητα που είχε κατά καιρούς αγοράσει, με το τελευταίο μάλιστα την προηγούμενη ημέρα της υπογραφής του. Η τιμή πώλησης των 2.000 δραχμών εμπεριέχει ένα κέρδος σε ποσοστό 25% περίπου, αν συγκριθεί με το συνολικό αντίτιμο των αγορών.
Να αναφέρουμε και για τις παραχωρήσεις, πως η νομοθεσία (άρθρο 33 του Ν. ΧΗ’/1861) παρείχε ένα ισχυρό οικονομικό κίνητρο. Έλεγε πως στην περίπτωση που το μεταλλείο «… καταλάβει ή βλάψει τας γαίας δια των μεταλλευτικών εργασιών…», προβλέποντας την αποζημίωση της καλλιέργειας με το 125% της αξίας της ετήσιας παραγωγής. Αλλά και όταν «… καταλαμβάνονται υπέρ το έτος, οι ιδιοκτήται των μεταλλείων υποχρεούνται να προσλάβωσιν αυτάς εις την περιοχήν του μεταλλείου επί αποζημιώσει οριζομένη υπό εμπειροτεχνών εις το διπλάσιον της αξίας, ήν είχον αύται προ της μεταλλεύσεως του μεταλλείου». Δεν αποκλείεται ως εκ τούτου η διάταξη αυτή να παρείχε ένα ισχυρό κίνητρο στον ιδιοκτήτη ενός αγόνου και βραχώδους παραλιακού ακινήτου για να το παραχωρήσει. Είναι γνωστό ότι στη Σέριφο τα παραλιακά ακίνητα, ακόμη και στα επίπεδα μέρη, θεωρούνταν τότε ως μικρής αξίας.
Κάποιοι ιδιοκτήτες που λαμβάνουν το μηνιαίο μέρισμα επί σειράν ετών αποφασίζουν αργότερα να πουλήσουν το ακίνητο τους, αλλά μας είναι αδύνατο σήμερα να διακρίνουμε τα κίνητρα τους, όπως δηλώνει ο κος Γαζής στην έρευνά του.
Έτσι, οι περιπτώσεις αυτές και άλλες παρόμοιες δίνουν βάση στην υπόθεση ότι δεν ήταν πάντα η ίδια πλευρά η επισπεύδουσα στην κάθε συναλλαγή, και τα εκατέρωθεν κίνητρα για την εκάστοτε πρωτοβουλία και την κατάληξη της παραμένουν αδιευκρίνιστα και μάλλον διαφοροποιούνται ανά περίπτωση (ή ομαδοποιούνται ανά περιπτώσεις).
Αυτά, για την ιστορική αλήθεια.
Και αν ακόμη δεν διαβάσατε την έρευνα του κου Γαζή, θα σας παροτρύνουμε ακόμη μια φορά να το πράξετε. Θα την βρείτε εδώ academia.edu και εδώ https://www.facebook.com/profile.php?id=61550614361889
Φωτό: Η σκάλα φόρτωσης με ατμόπλοιο, σε λήψη από τον εξώστη του διοικητηρίου. Μέγα Λιβάδι Σερίφου, 1961. Φωτό: Αντώνης Ζ. Φραγκίσκος. Αρχείο Εργαστηρίου Αστικού Περιβάλλοντος ΕΜΠ