Από τον αναρχοσυνδικαλισμό στον εθνοκοινωνισμό – «κόκκινο πανί» για τον Μεταξά, αλλά και για την Αριστερά!
Έχουν ειπωθεί και γραφτεί πολλά για τον Κωνσταντίνο Σπέρα, σε σημείο η ετικέτα του «αγωνιστή» για πολλούς να τίθεται υπό αμφισβήτηση – ανάλογα φυσικά από ποιο πολιτικό μετερίζι το κοιτά κανείς… Είναι τέτοια η αμφισβήτηση, ώστε στην Wikipedia υπάρχει ξεχωριστή σελίδα με τον τίτλο: «Συζήτηση:Κώστας Σπέρας/Αρχείο 1» όπου διάφοροι αρθρογράφοι και ιστορικοί ερευνητές ερίζουν για το πόσο αντικειμενικά είναι όσα γράφονται για τον Σπέρα, και πόσο αξιόπιστες είναι οι πηγές… Είναι γνωστό πως όταν εκτελέστηκε ο Σπέρας, ο Ριζοσπάστης (στις 25 Οκτώβρη 1943) έγραψε: «Το 34ο Σύνταγμα Αττικής κοντά σ’ άλλους έπιασε και το κάθαρμα Σπέρας σταλμένο για κατασκοπεία απ’ την ομάδα Λαζαρή του ΕΔΕΣ»! Γεγονός είναι πως η περίπτωση του Κ. Σπέρα χρησιμοποιήθηκε από πολλούς, για διαφορετικούς σκοπούς. Το ΚΚΕ κατηγορεί τον Ανδρέα Ανδριανόπουλο, τον παλιό βουλευτή και υπουργό της Νέας Δημοκρατίας, πως σε μια επιφυλλίδα του με τίτλο «Η τύχη των αγωνιστών», μέσα από μια σειρά διαστρεβλώσεις, αποσιωπήσεις και μισές αλήθειες επιχειρεί να αγιοποιήσει τον Κώστα Σπέρα, με άμεσο στόχο να πλήξει το ΚΚΕ, το ΕΑΜ, τον ΕΛΑΣ. Παρουσιάζει τον Σπέρα ως έναν αναρχοσυνδικαλιστή αγωνιστή, απλό και ανιδιοτελή, που το ΚΚΕ τον δολοφόνησε το 1943 επειδή είχε ιδεολογικές διαφορές με αυτό, επειδή «αρνήθηκε την κομματική μονοκρατορία».
Ο Μιχάλης Πρωτοψάλτης, (1958-2014), εκδότης των περιοδικών «Ο Κόκκορας που Λαλεί στο Σκοτάδι» και «Άνθη του Κακού» και συνεκδότης της εφημερίδας «Αλληλεγγύη», ο οποίος για την αντικεθστωτική δράση του είχε επανειλημμένα συλληφθεί, διωχθεί και φυλακιστεί, ενώ είχε υποστεί 13 κατ’ οίκον έρευνες από την Ασφάλεια, λέει σε μια συνέντευξή του στο περιοδικό «Η Μαρμίτα», τεύχος 6, Ιανουάριος-Μάρτιος 2002: «Αναρχικοί με σημαντική δράση είχαν να εμφανιστούν στην Ελλάδα από την εποχή του αναρχοσυνδικαλιστή Κώστα Σπέρα, που πρωτοστάτησε στην απεργία των μεταλλωρύχων και στην κατάλυση των αρχών στη Σέριφο το 1916, και ο οποίος αργότερα μαζί με τον Σταύρο Κουχτσόγλου και τον Φανουράκη υποστήριξε στα δύο πρώτα συνέδρια της ΓΣΕΕ (1918 και 1920) την αυτονομία του εργατικού κινήματος όχι μόνο από τα αστικά κόμματα, αλλά και από τα σοσιαλιστικά και κομμουνιστικά».
Εν κατακλείδι, τι ήταν τελικά ο Σπέρας;
Ένας αγωνιστής του εργατικού κινήματος; Ένας αναρχοσυνδικαλιστής; Ένας εθνοσοσιαλιστής; Ένα καλός κομμουνιστής (μέχρι το 1920);
Κατά τα φαινόμενα ήταν όλα αυτά. Σε διαφορετικές χρονικές περιόδους της ζωής του… Για τους αγώνες του στη Σέριφο του στήσαμε μνημείο στο Μ. Λιβάδι, για τη μεταστροφή του προς τον αναρχοσυνδικαλισμό και τον εθνοσοσιαλισμό αργότερα, τον αποκήρυξαν οι παλιοί του αριστεροί σύντροφοι, οι οποίοι και τελικά τον εκτέλεσαν… Αυτό που δεν μπορεί να αρνηθεί κανείς στον Κωνσταντίνο Σπέρα είναι πως αγωνίστηκε με πάθος και πέθανε για ότι πίστευε – σε κάθε περίοδο της ζωής του…
Εμείς βρήκαμε ένα άρθρο του Αθανάσιου Ακριβούλη στον ιστότοπο www.anaktisi-mag.gr, ο οποίος αυτοχαρακτηρίζεται «εθνικιστικός», αλλά είχε μέσα ενδιαφέρουσες πληροφορίες. Το θέτουμε στην κρίση του αναγνώστη:
Ο λησμονημένος εθνικιστής εργάτης Κωνσταντίνος Σπέρας
Ο Κώστας Σπέρας γεννήθηκε στη Σέριφο το 1893, όπου εκεί έζησε τα παιδικά του χρόνια ως το 1907 που μετανάστευσε στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου. Στην Αλεξάνδρεια φοίτησε στο Λεόντειο Λύκειο ενώ αργότερα εγκαταστάθηκε στο Κάιρο όπου εργάστηκε ως καπνεργάτης και ήρθε σε επαφή με τις ιδέες του Αναρχοσυνδικαλισμού και του Επαναστατικού Συνδικαλισμού. Το 1910 επέστρεψε στην Ελλάδα, στην αρχή εγκαταστάθηκε στην Αθήνα όπου ήταν από τους πρωτεργάτες της δημιουργίας Εργατικού Κέντρου Αθηνών και του Σοσιαλιστικού Κέντρου Αθηνών καταβάλλοντας τρομερές προσπάθειες για να μεταλαμπαδεύσει τις απόψεις του στο Ελληνικό εργατικό κίνημα. Πνεύμα ανήσυχο και δραστήριο καθώς ήταν, μετά την ίδρυση του εργατικού κέντρου στην Αθήνα πήγε στη Καβάλα, μεγάλο καπνεμπορικό κέντρο της εποχής, όπου εργάστηκε ως απλός καπνεργάτης και προσπάθησε να οργανώσει συνδικαλιστικά, τους εκεί εργάτες της καπνοβιομηχανίας. Το 1914 ήταν από τους πρωτεργάτες της απεργίας της Καβάλας και για αυτή του την δράση δικάστηκε και φυλακίστηκε στις φυλακές της Τρίπολης.
Τον Ιούνιο του 1916 αποφυλακίστηκε και επέστρεψε στην γενέτειρα του, στη Σέριφο όπου δραστηριοποιήθηκε με τον συνδικαλισμό των εκεί μεταλλωρύχων και στη δημιουργία του Σωματείου Εργατών Μεταλλευτών Σερίφου, εκλεγόμενος μάλιστα, ως ο πρώτος Πρόεδρος του. Τα μεταλλεία της Σερίφου ήταν στην ιδιοκτησία της Γερμανικής οικογένειας Γρώμμαν επί πολλές δεκαετίες, οι συνθήκες εργασίας ήταν κάκιστες και φυσικά ούτε λόγος για οχτάωρο και ιατροφαρμακευτική περίθαλψη. Ο Σπέρας οργάνωσε πανεργατική απεργία στη Σέριφο για να αποκτήσουν οι μεταλλωρύχοι καλύτερες και ανθρώπινες εργασιακές συνθήκες και φυσικά για την καθιέρωση του οχταώρου. Η απεργία τελικά καταπνίγηκε στο αίμα από την επέμβαση της Χωροφυλακής παρά τις διεθνείς εκκλήσεις που έκανε ο Σπέρας. Στην απεργία υπήρξαν 8 νεκροί, απεργοί και Χωροφύλακες και ουσιαστικά η απεργία των μεταλλωρύχων υπήρξε το «Κιλελέρ» των Ελλήνων εργατών που οδήγησε την κυβέρνηση να ικανοποιήσει αρκετά αιτήματα των μεταλλωρύχων αλλά ο ίδιος ο Σπέρας φυλακίστηκε, ως υπαίτιος και οργανωτής της απεργίας, στο φρούριο Φιρκά των Χανίων. Το 1918 θα αποφυλακιστεί και θα πρωτοστατήσει με άλλους στη δημιουργία της ΓΣΕΕ και του ΣΕΚΕ.
Η δράση του κατά την Μεταξική περίοδο
Με την εγκαθίδρυση του καθεστώτος της 4ης Αυγούστου και την κατάργηση όλων των κομμάτων, όπως και του Εθνικοσοσιαλιστικού κόμματος του Μερκούρη, αποστασιοποιήθηκε από την πολιτική του Μεταξά και μάλιστα το 1938 φέρεται να κατηγορήθηκε για κάποια αξιόποινη πράξη (δεν είναι γνωστό για τι πράγμα κατηγορήθηκε, πιθανώς θεωρούνταν επικίνδυνος για την Μεταξική διακυβέρνηση ).
Για 3 χρόνια θα ακολουθήσει μοναχική πορεία ως το 1941, όπου συνδέθηκε πολιτικά με τον Νικόλαο Καλύβα, παλιό συνδικαλιστή που και αυτός είχε έρθει σε ρήξη με το ΣΕΚΕ και είχε ακολουθήσει εθνικιστική πορεία συνεργαζόμενος με τον Μεταξά το 1936. Έτσι τον Αύγουστο του 1941 που ο Καλύβας θα αναλάβει Γενικός Γραμματέας της Εθνικής (Γενικής) Συνομοσπονδίας Εργατών Ελλάδος, ο Σπέρας θα συνεργαστεί μαζί του και θα προσπαθήσουν να οργανώσουν το συνδικαλιστικό κίνημα μέσω της δημιουργίας εθνικών συνεδρίων της ΓΣΕΕ (ΕΣΕΕ) και των Εργατικών Κέντρων, για να προστατέψουν το εργατικό κίνημα από την μαρξιστική ρητορική του ΚΚΕ και του ΕΑΜ. Την ίδια εποχή είχε επαφές ο Σπέρας με τον Ανδρέα Κονδάκη, πρώην ανώτερο αξιωματικό του Ελληνικού Στρατού, που ανήκε στην συνδικαλιστική παράταξη Καλύβα και μαζί έκαναν περιοδείες σε πολλές περιοχές της Ελλάδος για να προβούν είτε στη δημιουργία είτε στην προσχώρηση αντάρτικων ομάδων ενάντια στο ΕΑΜ. Από το 1942 επίσης ήταν σε επαφή και με το συνδικαλιστικό τομέα του ΕΔΕΣ όπως και με τον Μερκούρη και άλλους παλιούς του συναγωνιστές από το Εθνικοσοσιαλιστικό κόμμα.
Πρωτεργάτης του Εθνικού και ανεξάρτητου συνδικαλισμού
Ο Σπέρας αμέσως με την δημιουργία της ΓΣΕΕ και βλέποντας την προσπάθεια των Κομμουνιστών να καπηλευτούν το εργατικό κίνημα και καθώς διαφωνούσε, κρατώντας αποστάσεις με την πολιτική του ΣΕΚΕ περί αυτονομίας της Μακεδονίας, αλλάζει ρότα και κάνει το μεγάλο βήμα για την ιδεολογική του στροφή.
Καθώς ο Σπέρας όπως όλοι οι σύγχρονοί του μαρτυρούν, ήταν δεινός ρήτορας, ένας μαχητικός και ορμητικός επαναστάτης που μιλούσε απλά και κατανοητά, γίνονταν γρήγορα αγαπητός στους εργάτες, επηρεάζοντας ταυτόχρονα και πολλά συνδικαλιστικά στελέχη. Άρχισε να υποστηρίζει την άποψη πως τα Σωματεία θα πρέπει να είναι αποσυνδεδεμένα από κόμματα και ότι πρέπει να υπάρχει αποπολιτικοποίηση στα Συνδικάτα, καθώς και η εργατική τάξη οφείλει να κάνει μόνο οικονομικούς αγώνες και όχι πολιτικούς.
Όλα αυτά οδήγησαν στην διαγραφή του από το ΣΕΚΕ το 1920 και τον ώθησαν στην δημιουργία του Ανεξάρτητου Εργατικού Κόμματος το 1922. Η όλη στάση του ΣΕΚΕ στα εργασιακά-συνδικαλιστικά μαζί με την αντεθνική του ρητορική στην Μικρασιατική Εκστρατεία και στο θέμα της αυτονομίας της Μακεδονίας οδηγούν τον Σπέρα πλέον να ενταχτεί στο Εθνικιστικό κίνημα και να αγωνιστεί με όλες του τις δυνάμεις εναντίον του ΚΚΕ. Το 1926 μαζί με άλλους Εθνικιστές συνδικαλιστές εισβάλει στο Γ’ Συνέδριο της ΓΣΕΕ και συμπλέκεται με τους Κομμουνιστές αντιπροσώπους προσπαθώντας να αποτρέψει τη καπήλευση του συνδικαλιστικού κινήματος από το ΚΚΕ. Μετά από αυτό το συμβάν ξεκίνησε η λασπολογία των κομμουνιστών της εποχής ότι είναι «χαφιές» της αστυνομίας και εχθρός των εργατών.
Πλέον γίνεται ο μανιώδης πολέμιος του μπολσεβικισμού και θα γίνει και μάρτυρας κατηγορίας σε δίκες κομμουνιστών για τις απόψεις τους για το Μακεδονικό. Το 1926 ιδρύει ένα νέο κόμμα, με τίτλο Ανεξάρτητο Εργατικό Κόμμα, το οποίο αρχίζει να μιλά δειλά- δειλά για Εθνοκοινωνισμό και με το οποίο κατέβηκε στις εκλογές του 1926, αλλά με ισχνά αποτελέσματα. Δημοσιογραφικά, εκδίδει την εφημερίδα «Νέα Ζωή», όπου μέσα από τα άρθρα του φαίνεται καθαρά η οριστική του μεταστροφή από τον αναρχοσυνδικαλισμό στον εθνοκοινωνισμό. Οι απόψεις του γίνονται όλο και περισσότερο εθνικοεπαναστατικές και εθνικοκοινωνικές και την δεκαετία του 1930 θα ενταχτεί στο Εθνικοσοσιαλιστικό Κόμμα Ελλάδας του Γεωργίου Μερκούρη αρθρογραφώντας στην εφημερίδα Εθνική Σημαία, η οποία ήταν το επίσημο όργανο του Εθνικοσοσιαλιστικού κόμματος. Μέχρι το 1936 αρθρογραφούσε συνέχεια στην «Εθνική Σημαία» με το ψευδώνυμο «Έλλην Εργάτης» και έγραφε σε συνέχειες την Ιστορία του Ελληνικού Εργατικού Κινήματος όπου ανέλυε την ιδεολογική του τοποθέτηση για ένα συνδικαλισμό και για μια εργατική τάξη που δεν θα ήταν δηλητηριασμένοι από μαρξιστικές θεωρίες και διεθνισμούς.
Η δολοφονία του από την ΟΠΛΑ
Αρχές Νοεμβρίου του 1943 ενώ ταξίδευε μαζί με τον ανθυπολοχαγό του Ελληνικού Στρατού Απόστολο Κοκμάδη για να έρθουν σε επαφές με αντιεαμικές οργανώσεις, συνελήφθησαν στη Μάνδρα Αττικής από άντρες του Καπετάνιου του 1/34ού τάγματος Γεωργίου Μπουτσίνη (Νικήτας) και προωθήθηκαν στην έδρα του 34ού συντάγματος του ΕΛΑΣ (Καπετάνιος: Ανδρέας Μουντρίχας, Πολιτικός: Φώτης Βερμαίος, Στρατιωτικός: Aν/χης Γιώργος Ραγής) στα Δερβενοχώρια.
Όταν εξακριβώθηκε η ταυτότητα του Κώστα Σπέρα, οι κομμουνιστές τον σκότωσαν με αποκεφαλισμό, μη ξεχνώντας την δράση του ενάντια στην λαίλαπα του μπολσεβικισμού. Εδώ το παράξενο της όλης υπόθεσης είναι ότι ο ανθυπολοχαγός Κοκμάδης κατά την διάρκεια της σύλληψης του ενστερνίστηκε τις κουμμουνιστικές ιδέες και εντάχτηκε στο ΕΑΜ-ΕΛΑΣ! Έτσι λοιπόν άνανδρα και ύπουλα οι κομμουνιστές δολοφόνησαν τον Κώστα Σπέρα γιατί απλά ο ίδιος είχε αποκαλύψει την ανθελληνική τους δράση και δεν είχε γίνει ένα άβουλο πιόνι στα χέρια τους.
Αυτός ήταν λοιπόν ο Κώστας Σπέρας ένας αγνός και σεμνός αγωνιστής των δικαίων των Ελλήνων εργατών που ξεκίνησε αναρχοσυνδικαλιστής και πέθανε Εθνοκοινωνιστής και Εθνοσυνδικαλιστής. Φυσικά το αναρχοσυνδικαλιστικό παρελθόν του και οι επαφές του με το ΣΕΚΕ σε πολλούς μπορεί να φαντάζουν παράξενες και ύποπτες για την εποχή μας αλλά για εκείνη την εποχή ήταν πολύ διαδεδομένες τέτοιες ιδεολογικές μεταστροφές, και τα παραδείγματα πολλά Μουσολίνι, Nicola Bombacci, Berto Ricci.
Αξίζει να αναφερθούν οι περιπτώσεις των Georges Sorel και Jack London, τους οποίους ακόμα θεωρούν ιδεολογικούς τους μέντορες και εθνικοσοσιαλιστές και αναρχικοί επειδή τότε τα ιδεολογικά όρια μεταξύ ριζοσπαστικού εθνικισμού και κομμουνισμού ήταν δυσδιάκριτα. H εποχή εκείνη των αρχών του προηγούμενου αιώνα, ήταν μια περίοδος ιδεολογικών αναζητήσεων και στοχασμών, όπου ο συνδικαλισμός και ο κοινωνισμός-σοσιαλισμός δεν είχανε καπελωθεί από τον διεθνισμό και τον Μαρξισμό, όπως συμβαίνει στις μέρες μας.“