Η προσφυγή στο Συμβούλιο της επικρατείας κατά της Υπουργικής Απόφασης που πολλαπλασιάζει την ισχύ των αιολικών και φωτοβολταϊκών σταθμών, οι οποίοι εξαιρούνται από την εκτίμηση των περιβαλλοντικών τους επιπτώσεων έγινε δεκτή.
Εχθές, το Συμβούλιο της Επικρατείας έκανε δεκτή με την υπ’ αριθ. 1885/2023 απόφασή του την Αίτηση Ακύρωσης που κατατέθηκε με πρωτοβουλία της «Κίνησης για την προστασία των νησίδων του Αιγαίου» στις 27/10/2020 κατά της Υπουργικής Απόφασης ΦΕΚ Β’ 3291/06.08.2020 του τότε Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας Κ. Χατζηδάκη, η οποία είχε διπλασιάσει την εγκατεστημένη ισχύ των αιολικών σταθμών (από 5 σε 10MW) και είχε πενταπλασιάσει την αντίστοιχη ισχύ των φωτοβολταϊκών σταθμών (από 2 σε 10 MW) που εξαιρούνται από τη διαδικασία εκτίμησης των περιβαλλοντικών τους επιπτώσεων, ενώ είχε αντίστοιχες προβλέψεις και για μικρά υδροηλεκτρικά έργα. Η απόφαση αυτή του ΣτΕ αυτομάτως αναιρεί και αντίστοιχη Υπουργική Απόφαση του 2022, που “διόρθωνε” την απόφαση του 2020.
Η Αίτηση ακύρωσης είχε κατατεθεί μαζί με τις τρεις περιβαλλοντικές οργανώσεις Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία, Καλλιστώ και MOm, οχτώ σωματεία, αλλά και πολίτες.
Σύμφωνα με την προσφυγή στο ανώτατο ακυρωτικό δικαστήριο, οι περιβαλλοντικές οργανώσεις, τα σωματεία και οι πολίτες υποστήριξαν ότι μέσω της απόφασης ΥΠΕΝ/ΔΙΠΑ/74463/4562 (29/07/2020) (ΦΕΚ Β΄ 3291):
- Ένας τεράστιος αριθμός αιολικών, φωτοβολταϊκών και υδροηλεκτρικών σταθμών παύει να αξιολογείται ως προς τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις του, κατά παράβαση του περιβαλλοντικού κεκτημένου, όπως αυτό διασφαλίζεται από το άρθρο 24 του Συντάγματος, και χωρίς καμία επιστημονική ή τεχνική τεκμηρίωση της απόφασης αυτής.
- Ένας πολύ μεγάλος αριθμός έργων που εντάσσονται σε προστατευόμενες περιοχές Natura 2000 θα υποβάλλεται πλέον σε μια πολύ πιο συνοπτική και ελαστική αξιολόγηση ως προς τις περιβαλλοντικές τους επιπτώσεις.
- Δεν εξετάζονται καθόλου οι συσσωρευτικές επιπτώσεις των έργων στο περιβάλλον -και μάλιστα μέσα σε προστατευόμενες περιοχές- και ενθαρρύνεται η κατάτμηση μεγάλων σταθμών σε μικρότερα υποέργα χωρίς περιβαλλοντική αδειοδότηση, με αποτέλεσμα τη δημιουργία τεράστιων έργων αθροιστικά, χωρίς καμία μέριμνα για το περιβάλλον.
- Η οριζόντια αύξηση των κατώτατων ορίων χωρίς αναφορά σε επιστημονικά δεδομένα αφήνει ανοικτό το ενδεχόμενο για περαιτέρω αυξήσεις χωρίς καμία τεκμηρίωση.
Επιπλέον, η παραδοχή ότι π.χ. αιολικοί σταθμοί ισχύος έως 10MW (π.χ. 3 ανεμογεννήτριες ισχύος 3ΜW και ύψους έως 150 μ. η κάθε μια) δεν έχουν σημαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον και άρα εξαιρούνται εκ των προτέρων από τη διαδικασία περιβαλλοντικής αδειοδότησης είναι αυθαίρετη και αντιεπιστημονική, ειδικότερα αν συνυπολογίσει κανείς τα απαιτούμενα συνοδά έργα (π.χ. οδοποιία, δίκτυο διασύνδεσης). Αντίθετα, η τρέχουσα επιστημονική ετυμηγορία είναι ότι τέτοιου είδους έργα έχουν σημαντικές επιπτώσεις στη βιοποικιλότητα, ενώ επιδεινώνουν τον ήδη πολύ έντονο κατακερματισμό των φυσικών και ημιφυσικών οικοσυστημάτων της χώρας μας.
Καθώς η κρίση της πανδημίας έχει αναδείξει με τον πιο επιτακτικό τρόπο την ανάγκη προστασίας του φυσικού περιβάλλοντος και τα υγιή, φυσικά οικοσυστήματα αποτελούν -σύμφωνα με τους επιστήμονες- τη σημαντικότερη ασπίδα μας απέναντι στην κλιματική αλλαγή, καλούμε την κυβέρνηση να ανακαλέσει αυτήν την οριζόντια, ατεκμηρίωτη και αντιεπιστημονική απόφαση και να θέσει την ουσιαστική προστασία του περιβάλλοντος ως μια από τις σημαντικότερες προτεραιότητές της.
Η περίληψη της απόφασης του ΣτΕ, έχει ως εξής:
Η επίδικη κατάταξη των αιολικών, φωτοβολταϊκών και υδροηλεκτρικών σταθμών σε περιβαλλοντική κατηγορία, όπως είχε τροποποιηθεί και κωδικοποιηθεί με την απόφαση ΔΙΠΑ/οικ. 37674/2016 (Β’ 2471), τροποποιήθηκε διαδοχικά σε σύντομο χρόνο από τον κανονιστικό νομοθέτη και έργα που ανήκαν προηγουμένως σε υψηλότερη κατηγορία ή υποκατηγορία κατατάχθηκαν εφεξής σε χαμηλότερη ή και εξαιρέθηκαν πλήρως της περιβαλλοντικής αδειοδότησης, χωρίς να γίνεται επίκληση, στο προοίμιο των προσβαλλόμενων υπουργικών αποφάσεων ή στις απόψεις της Διοίκησης προς το Δικαστήριο, επιστημονικής ή τεχνικής μελέτης από την οποία να προκύπτουν οι λόγοι που δικαιολογούν τις τροποποιήσεις αυτές, όπως θα ήταν π.χ. η διεθνής βιβλιογραφία για τις επιπτώσεις τέτοιων έργων ή η, επιστημονικά τεκμηριωμένη, εξέλιξη της τεχνολογίας στην κατασκευή αιολικών, φωτοβολταϊκών και υδροηλεκτρικών σταθμών, η οποία περιορίζει ή και εξουδετερώνει τις συνέπειες που προκαλούν τα οικεία έργα στο περιβάλλον. Υπό τα δεδομένα αυτά, οι προπεριγραφείσες προσβαλλόμενες ρυθμίσεις των αποφάσεων ΥΠΕΝ/ΔΙΠΑ/74463/4562/29.7.2020 του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας (Β’ 3291) και ΥΠΕΝ/ΔΙΠΑ/17185/1069/21.2.2022 του Υφυπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας (Β’ 841) συνιστούν μεταβολή επί το δυσμενέστερον, εν σχέσει προς το εύρος και τις απαιτήσεις της εκτίμησης των περιβαλλοντικών επιπτώσεων των εν λόγω κατηγοριών έργων Α.Π.Ε., που δεν βρίσκει νόμιμο έρεισμα στην εξουσιοδοτική διάταξη της παραγράφου 4 του άρθρου 1 του ν. 4014/2011.