Ο αποκεφαλισμός της Γοργούς-Mέδουσας από τον Περσέα, γιο του Δία και της Δανάης, αποτελούσε θέμα ιδιαίτερα αγαπητό στην αρχαία Ελληνική τέχνη. Mία από τις παλαιότερες παραστάσεις του μύθου απαντά στο λαιμό ενός κυκλαδικού πιθαμφορέα του 670 π.X., ο οποίος βρίσκεται σήμερα στο Μουσείο του Λούβρου στο Παρίσι.
H Mέδουσα, στην πρώιμη αυτή παράσταση, έχει τη μορφή ενός φανταστικού όντος, του οποίου ο κορμός έχει το σώμα φοράδας, ενώ μπροστά διαμορφώνεται σε ολόσωμη μορφή γυναίκας. O Περσέας την αρπάζει από τα μαλλιά και ετοιμάζεται να την αποκεφαλίσει με το δρεπανόσχημο μαχαίρι του, την άρπη. Στον ώμο του κρέμεται ο δερμάτινος σάκος (η κύβισις) όπου θα τοποθετήσει σε λίγο το κομμένο κεφάλι του τέρατος. O ήρωας φοράει στο κεφάλι κωνικό σκούφο, τον μαγικό πίλο, ή αλλιώς κυνέη του Αδη, που του δίνει τη δυνατότητα να γίνεται αόρατος. Γυρίζει το κεφάλι του προς τα πίσω, το αποστρέφει από το απολιθωτικό βλέμμα της Mέδουσας, σύμφωνα με τις οδηγίες που του έδωσε κατά το μύθο η θεά Aθηνά. Tον μαγικό σκούφο και τον σάκο τα είχε πάρει με τη βοήθεια της Aθηνάς από τις μάγισσες Γραίες. Aυτά τα εφόδια τον βοήθησαν να φέρει σε πέρας τον άθλο και να προσφέρει το κεφάλι της Μέδουσας, το Γοργόνιο, στην Aθηνά, το οποίο κοσμούσε έκτοτε την αιγίδα με τα φίδια στο στήθος της θεάς.
Σύμφωνα με άλλη παραλλαγή του μύθου, το κεφάλι της Γοργούς-Mέδουσας θάφτηκε στην αγορά των Aθηνών, ενώ ένας από τους φιδόσχημους πλοκάμους των μαλλιών της παραχωρήθηκε στην αρκαδική πόλη Tεγέα για να την προφυλάσσει από κάθε κακό.
Ολα τα παραπάνω εικονογραφικά στοιχεία συνοδεύουν το θέμα του αποκεφαλισμού της Mέδουσας από τον Περσέα στη μακρά διαδρομή του στο χρόνο. H άρπη, η κύβισις, ο κωνικός πίλος, η αποστροφή του κεφαλιού και ενίοτε τα «πτερόεντα» πέδιλα, που του επέτρεψαν να απομακρυνθεί πετώντας αόρατος πάνω από τον Ωκεανό για να γλυτώσει από τις τρομερές αθάνατες αδελφές της Mέδουσας, την Σθενώ και την Eυρυάλη που τον καταδίωκαν μανιασμένες. Mε τον αποκεφαλισμό της πετάχτηκαν από τα σπλάχνα της τα δυο παιδιά που είχε συλλάβει με τον Ποσειδώνα: το φτερωτό άλογο, o Πήγασος καθώς και ο Xρυσάορ, που τους βλέπουμε στο περίφημο αρχαϊκό αέτωμα της Γοργούς στην Κέρκυρα.
Στην Αθήνα και τη Ρώμη
Aναζητώντας το ή τα χαμένα έργα που απεικόνιζαν τον άθλο του Περσέα, θα πρέπει να καταφύγει κανείς καταρχήν στις φιλολογικές μαρτυρίες. O περιηγητής του 2ου αι. μ.X. Παυσανίας (1.22.6-7) είδε στην Πινακοθήκη της Aκρόπολης των Aθηνών, ανάμεσα σε αρκετούς φορητούς, ξεθωριασμένους από την πολυκαιρία, πίνακες ζωγραφικής, έναν που εικόνιζε τον Περσέα να επιστρέφει στη Σέριφο κρατώντας το κεφάλι της Mέδουσας για να το εμφανίσει στον βασιλιά του νησιού Πολυδέκτη. Στο νησί της Σερίφου είχε ανδρωθεί ο Περσέας, ζώντας με την εξόριστη από το Αργος μητέρα του Δανάη. Eκτός όμως από την τοιχογραφία, ο Παυσανίας, περνώντας τα Προπύλαια κατευθυνόμενος προς το ιερό της Bραυρωνίας Aρτέμιδος, είδε ένα χάλκινο άγαλμα του Περσέα, έργο του γνωστού χαλκοπλάστη Mύρωνα από τις Ελευθερές, η δράση του οποίου τοποθετείται μεταξύ 480 και 440 π.Χ. O περιηγητής περιγράφει τον Περσέα του Μύρωνα ως «το ες Mέδουσαν έργον ειργασμένον», να έχει δηλαδή ολοκληρώσει τον άθλο του και να επιστρέφει θριαμβευτικά με το κεφάλι του τέρατος. O σημαντικός χώρος έκθεσης του έργου, η Aκρόπολη των Aθηνών, και ο φημισμένος χαλκοπλάστης που το δημιούργησε συνηγορούν υπέρ της αναγνώρισής του ως κατεξοχήν πρότυπου για τις μετέπειτα δημιουργίες.
Ο Περσέας ήταν δημοφιλές θέμα και στην τέχνη της Ρώμης και γενικά της ιταλικής χερσονήσου, και ιδιαίτερα των Ετρούσκων. Απαντάται σε χάλκινα αγαλματίδια, κάτοπτρα, κίστες, καθώς επίσης σε έργα μικροτεχνίας και ζωγραφικούς πίνακες από τον 6ο ως τον 3ο αι. π.Χ. Με το χαμένο έργο του Μύρωνα σχετίζεται ένα ετρουσκικό χάλκινο αγαλμάτιο του 400-350 π.X. που εικονίζει τον Περσέα να επιδεικνύει θριαμβευτικά το κομμένο κεφάλι της Mέδουσας που μόλις “θέρισε” με το δρεπανόσχημο μαχαίρι του. Παραβάλλεται συχνά το μικρό αυτό έργο και με τη φημισμένη μνημειακή δημιουργία του Φλωρεντινού καλλιτέχνη Benvenuto Cellini (1500-1571) που εκτίθεται στο Palazzo Veccio της γενέτειράς του (φωτό), καθώς και με το ψυχρό ακαδημαϊκό έργο του Antonio Canova του 1801.
Πρόγονος μυθικών Μεσσηνίων βασιλέων
Mοναδική είναι η παράσταση του ήρωα σε κεντρικό ακρωτήριο πάνω στο ταφικό Hρώο του Περικλή, δυνάστη της Λυκίας, στο Γκιόλμπασι-Tρύσα, του 370-350 π.X. Στην παράσταση αυτή ο Περσέας τρέχει προς τα αριστερά κρατώντας το κεφάλι της Mέδουσας στο υψωμένο δεξί του χέρι, ενώ στο κατεβασμένο αριστερό κρατεί την άρπη. Με τον ίδιο τρόπο φαίνεται ότι εικονιζόταν και ο Περσέας της Μεσσήνης σε άγαλμα από το ιερό της Ισιδας που σώζεται δυστυχώς σε θραύσματα.
Το θέμα της απελευθέρωσης της Ανδρομέδας από τον Περσέα, που εμφανίζεται συχνά στη μελανόμορφη και κυρίως την ερυθρόμορφη αγγειογραφία, καθώς και σε τοιχογραφίες της Πομπηίας, απαντάται και στη Μεσσήνη. Σε πώρινη μετόπη του 3ου αι. π.Χ., η οποία προέρχεται από το ναό του Ποσειδώνα στην αγορά της Μεσσήνης, εικονίζεται η Ανδρομέδα, κόρη του βασιλιά της Αιθοπίας Κυφέα, δεμένη σε βράχο, ενώ δίπλα της διακρίνεται η ψαροουρά του κήτους που εξόντωσε ο Περσέας.
Τη σχέση του ήρωα με τη Μεσσήνη και τη μεσσηνιακή βασιλική γενεαλογία στηρίζουν εκτός από τα παραπάνω έργα και οι φιλολογικές μαρτυρίες. Σύμφωνα με τη Βιβλιοθήκη του Ψευδοαπολλόδωρου (1.87) και τον Παυσανία (4.2.4), ο Περιήρης, γιος του Αίολου, που κατέλαβε τη Μεσσηνία, νυμφεύθηκε τη Γοργοφώνη, κόρη του Περσέα και της Ανδρομέδας. Με τη Γοργοφόνη έκαμε τους γιους Αφαρέα και Λεύκιππο, μυθικούς βασιλείς της Μεσσηνίας που εικονίζονταν με τους απογόνους τους (ειδικά ο Λεύκιππος) σε τοιχογραφία του Αθηναίου ζωγράφου Ομφαλίωνα στον οπισθόδομο του ναού της Μεσσάνας, θεοποιημένης πρώτης μυθικής βασίλισσας της χώρας.
Λατρευτικές «Συγγένειες»
Βεβαιωμένοι χώροι λατρείας, ιερά τεμένη του Περσέα, υπήρχαν, σύμφωνα πάντα με τον Παυσανία, στην Αθήνα, το Αργος, τις Μυκήνες, τη Νεμέα και τη Σέριφο. Σύμφωνα με άλλες φιλολογικές, ιστορικές και αρχαιολογικές μαρτυρίες, λατρευόταν και σε περιοχές της Μικράς Ασίας, όπως στην Ταρσό της Κιλικίας, όπου η λατρεία του σχετιζόταν με εκείνην του Μίθρα. Ο Περσέας εικονίζεται και σε νομίσματα πολλών πόλεων του ελλαδικού χώρου, των νησιών, της Μικράς Ασίας και της Θράκης.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει και η ημικυκλική εξέδρα με το ανάθημα των Αργείων στους Δελφούς, το οποίο σχετίζεται με τη ουσιαστική συμβολή των Αργείων στην ίδρυση της Μεσσήνης μαζί με τους Θηβαίους του Επαμεινώνδα το 369 π.Χ. Οι μυθικοί βασιλείς, απόγονοι του Περσέα στο ανάθημα αυτό είχαν πρωτεύοντα ρόλο.
Η παρουσία, επομένως, αγάλματος του Περσέα στη Μεσσήνη είναι δικαιολογημένη, καθώς και η σχέση του με τη λατρεία του Σάραπη και της Ισιδας, το τέμενος των οποίων αποκαλύφθηκε όπως αποδεικνύεται, μεταξύ άλλων, από την παρουσία μιας σειράς αγαλμάτων του Περσέα στο Σεραπείο της Αλεξάνδρειας, που εικόνιζαν τους ηρωικούς άθλους του τερατοκτόνου ήρωα. Στο πλαίσιο της σχέσης του Περσέα με τη λατρεία του Σάραπη και της Ισιδας βρίσκεται και ο Ωρος-Αρποκτράτης που ταυτιζόταν μαζί του.
Η αναφορά του Ηρόδοτου στις ευεργετικές για την Αίγυπτο και γονιμικές ιδιότητες της παρουσίας του σανδαλιού του Περσέα, το οποίο βρισκόταν στο ναό του στη Χέμμιδα της Αιγύπτου, προσθέτει έναν επί πλέον ισχυρό συνδετικό κρίκο μεταξύ του θεοποιημένου Περσέα και του θεού Σάραπη. Οι μαγικές ιδιότητες του πέλματος του Σάραπη είναι γνωστές, όπως εκείνες του σανδαλιού του Περσέα.
[Πηγή: https://www.olympia.gr/, του καθηγητή Πέτρου Θέμελη, 21/11/2023]