Οι νότες ταξιδεύουν στο Αιγαίο: στη Σέριφο, στην Κέα, στη Λήμνο, και στην Κάσο

Ακόμη περισσότερα εργαστήρια για παιδιά και νέους στα νησιά μας από τους «Φίλους του Ελληνικού Νησιού και της Θάλασσας»

Και εφέτος, με μπουνάτσες και με φουρτούνες, ό,τι καιρό και αν κάνει, οι δάσκαλοι μουσικής που συνεργάζονται με τα μουσικά εργαστήριά του συνδέσμου «Οι Φίλοι του ι Ελληνικού Νησιού και της Θάλασσας» ταξιδεύουν στη νησιωτική Ελλάδα. Για να δώσουν «στα παιδιά και στους νέους των νησιών μας την ευκαιρία να εξερευνήσουν τη μουσική παράδοση, την κλασική μουσική και να αναδείξουν το ταλέντο τους». Για να συμμετέχουν μαζί με τους μαθητές τους, παιδιά που ως τη στιγμή που μπήκαν στην τάξη μπορεί και να μην είχαν καμία ί σχέση με τη μουσική, σε μια εκπαιδευτική διαδικασία που θα ανοίξει δρόμους ζωής σε ανθρώπους με ταλέντο και με όνειρα. Και που και εφέτος, όπως κάθε καλοκαίρι, θα οδηγήσει στην οργάνωση ενός ακόμα Φεστιβάλ Κλασικής Μουσικής – Musifanto στη Σίφνο.

Τα πρώτα βήματα

Ο σύνδεσμος «Οι Φίλοι του Ελληνικού Νησιού και της Θάλασσας» ιδρύθηκε το 1992, για να εγκαινιάσει το πρώτο μουσικό εργαστήριο το 1996 στη Σίφνο. «Αυτή τη στιγμή η δράση μας εκτείνεται σε έξι νησιά» μας λέει η μουσικός – εκπαιδευτικός Αλίκη Νταή, υπεύθυνη σήμερα των μουσικών εργαστηρίων: «Εκτός από τη Σίφνο δραστηριοποιούμαστε στην Ικαρία, στην Κέα, στη Λήμνο, στη Σέριφο και στην Κάσο». Ποιος είναι ο στόχος της πρωτοβουλίας; «Πολύ απλά θέλουμε να πηγαίνουμε σε μέρη που τα παιδιά δεν έχουν την ευκαιρία να κάνουν μαθήματα μουσικής και να τους δίνουμε εμείς αυτή την ευκαιρία».

Η διαδικασία είναι πιο δύσκολη και πιο σύνθεση από όσο πιθανώς ακούγεται. «Πρέπει πρώτα-πρώτα να πείσεις και να δραστηριοποιήσεις τους δήμους» εξηγεί η κυρία Νταή. «Χωρίς αυτούς δεν θα μπορούσαμε να κάνουμε τίποτα, γιατί εμείς είμαστε ένας σύνδεσμος μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, επομένως υπάρχουμε από τις συνδρομές και τις χορηγίες».

Η περίπτωση της Κάσου

Το πιο πρόσφατο εργαστήρι, εκείνο που λειτουργεί στην Κάσο, «το παλεύαμε έναν χρόνο. Υπήρχε μια καχυποψία από τους ντόπιους που εύλογα προτιμούσαν τα παιδιά τους να στραφούν προς την παραδοσιακή μουσική. Σήμερα το έχουν αγκαλιάσει όλοι στο νησί. Ο δάσκαλος του πιάνου με το που πήγε είχε δεκαεπτά μαθητές, οι οποίοι όλο και αυξάνονται. Τα παιδιά και εκεί διψάνε για μουσική, δεν υπήρξε όμως κανείς για να τα μυήσει σε αυτόν τον κόσμο, ούτε στο κοινωνικό περιβάλλον τους ούτε στο σχολείο. Υπάρχουν παραδοσιακοί μουσικοί, ένας άνθρωπος που παίζει λαούτο, ένας άλλος που παίζει λύρα, αλλά ως εκεί». Η δυσπιστία της τοπικής κοινωνίας, που έχει πιθανώς ακούσει πολλές υποσχέσεις αλλά δεν τις έχει δει να πραγματοποιούνται, είναι πάντα ένα θέμα που καλούνται να αντιμετωπίσουν οι επικεφαλής των εργαστηρίων. «Για να αναφερθώ πάλι στην Κάσο», θυμάται η κυρία Νταή, «κάποιες μαμάδες μας έλεγαν: «Όλοι έτσι ξεκινάνε και μετά μας εγκαταλείπουν». Ε, όταν το ακούσαμε αυτό, το βάλαμε στόχο: Θα το λειτουργήσουμε το εργαστήρι και θα το κρατήσουμε με νύχια και με δόντια».

Οι πρώτες επαφές

Ποιο είναι αλήθεια το δέλεαρ; Τι μπορεί να πείσει ένα παιδί που μεγαλώνει σε ένα απομακρυσμένο νησί και που πιθανώς δεν έχει παρακολουθήσει ποτέ στη ζωή του μια συναυλία, ένα ρεσιτάλ, μια παράσταση όπερας, να αποφασίσει να μάθει, παραδείγματος χάριν, πιάνο; «Ξεκινάμε πάντα με μια παρουσίαση των δράσεών μας» λέει η κυρία Νταή: «Δείχνουμε τι κάνουμε, προβάλλουμε βίντεο με παιδιά από όλα τα εργαστήρια και με τις ανταλλαγές και τις συνεργασίες – γιατί ενίοτε πηγαίνουν μαθητές από το ένα νησί στο άλλο για να παίξουν μαζί. Πιστεύω πως αυτό βοηθάει πολύ. Ας πούμε, τον Οκτώβριο που μας πέρασε πήγαμε στην Κάσο με δύο σημαντικούς μουσικούς, τον πιανίστα Διονύση Μαλλούχο και τον κιθαρίστα Δημήτρη Κουρζάκη, και κάναμε μια παρουσίαση των οργάνων. Όχι με τη μορφή συναυλίας, αλλά με τη συμμετοχή και του κοινού, σε μια διαδραστική διαδικασία».

Με τη δύναμη του εθελοντισμού

Τα μέλη του ΔΣ κάνουν αποκλειστικά εθελοντική δουλειά, από την οποία δεν έχουν καμία απολαβή. Οι δάσκαλοι που πηγαίνουν στα νησιά πληρώνονται κατευθείαν από τους γονείς των παιδιών. «Εμείς είμαστε οι ενδιάμεσοι που οργανώνουμε τα εργαστήρια και που βρίσκουμε τους μουσικούς που θέλουν και μπορούν να ταξιδεύουν σε απομακρυσμένα νησιά και να διδάξουν. Δεν έχουμε κανένα όφελος. Μόνο τη χαρά της ικανοποίησης κάθε φορά που ένα εργαστήρι λειτουργεί και αποδίδει. Πιστέψτε με, αυτή είναι η μεγαλύτερη ανταμοιβή!».

Βεβαίως, δεν μπορούν όλα να βασίζονται στην υπερπροσπάθεια των εθελοντών ή στην προσφορά των καθηγητών μουσικής, που, ας μη γελιόμαστε, δεν είναι ιδιαίτερα καλοπληρωμένοι. Το κράτος θα μπορούσε να βοηθήσει την κατάσταση και πώς; «Φυσικά και θα μπορούσε» λέει η κυρία Νταή. «Αν είχαμε οικονομική υποστήριξη, θα κάναμε πολύ περισσότερα. Αυτή τη στιγμή προσφέρουμε με μεγάλη αγάπη και όρεξη εθελοντική δουλειά για τις ανάγκες της οποίας καταναλώνουμε χρόνο από τη δουλειά μας, από τις οικογένειές μας, από την προσωπική ζωή μας. Έχουμε βεβαίως την πετριά (σ.σ.: γελάει), γι’ αυτό και αγωνιζόμαστε, όμως πολλοί άνθρωποι που επιχειρούν να βοηθήσουν δεν έχουν τον χρόνο ή κάποια στιγμή δεν αντέχουν την κούραση, οπότε αν και το επιθυμούν δεν καταφέρνουν να το υποστηρίξουν. Ο εθελοντισμός είναι ωραίος, αλλά χρειάζεται και μια υποστήριξη. Όλοι εμείς ξεπερνάμε τον εαυτό μας ορισμένες φορές. Αναρωτιέμαι γιατί το κάνουμε, αλλά το κάνουμε. Αν είχαμε μια υποστήριξη στα εργαστήρια, οικονομική ή πρακτική, από το κράτος θα βοηθούσε. Όπως έχουμε στο ετήσιο Φεστιβάλ Κλασικής Μουσικής πoυ οργανώνουμε στη Σίφνο, τo Musifanto. Εκεί μας δίνουν και το υπουργείο Πολιτισμού και η Περιφέρεια».

Στο μεταξύ, με ή χωρίς βοήθεια, τα εργαστήρια επεκτείνονται: Μετά την Κάσο στόχος είναι η λειτουργία τάξεων και σε άλλα μικρά νησιά των Δωδεκανήσων, όπως στην Τήλο (με την οποία έχουν ήδη γίνει επαφές), στη Νίσυρο κ.λπ. Και, ναι, είναι δύσκολο να βρεις δασκάλους μουσικής πoυ να μπορούν να πάνε σε τόσο απομακρυσμένους προορισμούς. Όμως τα παιδιά και οι οικογένειές τους περιμένουν. Και δικαιούνται τη δική τους ευκαιρία.

(Πηγή: ΤΟ ΒΗΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ, του Κοσμά Βίδου, 11/2/2024)

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *